Όσο κρατούσε το διάβασμα της "Εγνατίας οδού " , οι σημειώσεις, οι παρατηρήσεις και οι υπογραμμίσεις πάνω στο κείμενο πιότερο "ξεπαρθένευαν "παρά αποκρυπτογραφούσαν τις ιδέες που εμπεριέχονταν σ' αυτό.
Κοιτάζοντας το βιβλίο, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι το μολύβι, ενεργώντας σαν ζωντανό όργανο, βιαιοπράγησε πάνω στο τυπωμένο χαρτί, ανιχνεύοντας ή καρτερόντας αποκαλύψεις. Σαν αυτές πραγματοποιούνταν, άγρια χαρά κατέκλυζε τις σημειώσεις μας, μίσος και βρισιές όμως σαν τύχαινε το φορτσάρισμα των ιδεών να μένει καταμεσίς. Μ' όλες τις αισθήσεις σ' επιφυλακή κράτησε όρθια τη σκέψη μας ο Νικηφόρου, κι όπου δικαίωνε τις θέσεις μας κι όπου μας απογοήτευε.
Θα θέλαμε να παραθέσουμε αυτούσιες αυτές τις παρατηρήσεις. Παρατηρήσεις ενός αναγνώστη, που πολλές φορές η αμεσότητα και η αυθορμησία τους καθιστούν ορθότερη την κρίση, παρά οι εκ προμελέτης απόψεις του κριτικού. Είναι όμως τόσες πολλές και τόσο ασαφείς για τους άλλους, κάτι σαν παραλήρημα, που ο προσφερόμενος χώρος των στηλών του περιοδικού στέκεται πέρα για πέρα ανεπαρκής.
Το βιβλίο του Νικηφόρου (το τρίτο στη σειρά όπως διαβάζουμε στο εσώφυλλο της "Εγνατίας") αποτελείται από έντεκα διηγήματα κοινωνικού ή κοινωνιστικού περιεχομένου. Χαρακτηριστικό δείγμα της μεταπλαστικής δύναμης των γεγονότων, το πρώτο από τα διηγήματα, που έχει τον τίτλο που ονομάτισε τη συλλογή. Το έργο αυτό είναι ένα σάλπισμα για την μελέτη αυτών, που στα ματωμένα χνάρια των εμπειριών τους ξαναπάτησε η απογοητευμένη απ' το παρόν μνήμη. Ερεθίζει κάθε μυαλό και το καλεί να στοχαστεί πάνω στις εφαρμογές των ιδεών, τους αγώνες, και τα αποτελέσματα που έχουν αυτοί. 'Ελξη και άπωση από το προσφερόμενο έργο εναλλάσσονται, δημιουργώντας ένα πεδίο που μέσα του εγκλωβίζονται όλες οι αντιδράσεις. Μνημόσυνο στους χαμένους συντρόφους το χαρακτηρίζει ο συγγραφέας. Χαμένους σ' όλα τα παραδρόμια της φαρδιάς και ομιχλιασμένης Εγνατίας που έχουν για οδοδείχτες το βόλεμα, τη μετάνοια, την κούραση, το φόβο, ακόμα και τον θάνατο ή τη δολοφονία.......
Στο τέλος του δεύτερου στη σειρά διηγήματος, που έχει τον τίτλο "ερωτηματολόγιο", σημειώνουμε πως τούτο διαπνέεται = και μεταβιβάζει στον αναγνώστη, από μια διάχυτη απειλή του οποιουδήποτε μηχανισμού, και ιδιαίτερα του σημερινού που η μηχανιστική του ανέλιξη τον κατέστησε συνθλιπτικό. Μέσα σ' ένα αδιέξοδο χώρο το άτομο, έρμαιο της εξουσίας, πιστοποιεί την αδύναμη παρουσία του μέσα από την αλλοτρίωση.
Τα υπόλοιπα διηγήματα, εκτός του "Λευκού Πύργου", τα χαρακτηρίζει μια θεματική ευρηματικότητα και μια πνευματώδης προσπάθεια προγεγραμμένων θέσεων για την κατακρήμνιση αστικοηθικών και νομικών αρχών χωρίς άμεσες συνέπειες. Εκτονωτικές ενέργειες θα λέγαμε του ίδιου του συγγραφέα που η ικανότητά του στη μεταβίβαση γλυκαποκοιμίζει και τον αναγνώστη......
Σταματάμε για λίγο στο "Πώς νίκησα τον Φ-13. Είναι ένα διήγημα που δεν περιορίζεται στη διαπίστωση ότι η σύνεση είναι παράγοντας αναστολής, παραδοχής, υποταγής και συνεχούς φθοράς. Φτάνει η πίστη ότι μόνο το άτομο μπορεί να μετρήσει με το αγωνιστικό του παράστημα το μέγεθος των κινδύνων, για ν' αποδώσει σ' αυτούς το πραγματικό τους βάρος και να νομιμοποιήσει την αντίστασή του αντιμετωπίζοντάς τους.
Φτάνουμε στο τελευταίο διήγημα της συλλογής του Νικηφόρου που έχει τον τίτλο "Λευκός Πύργος". Ο συγγραφέας του "Αλμπατζάλ" αποδείχνει πως όταν ο καλλιτέχνης θέτει ένα πρόβλημα της λύσης του οποίου είναι κάτοχος, ακόμα κι όταν αυτή είναι συμβατική, ενοραματική ή δεοντολογική, και υπό τον όρο ότι η τεχνική του ανταποκρίνεται στην απαίτηση, αναδείχνεται σε πλάστη μέγα. Εδώ ο Νικηφόρου φαίνεται να γνωρίζει καλά τη ρήση "ο αιτών ευρήσεται" και ψάχνει. Με τη διαφορά ότι το αντικείμενο που αναζητά του είναι εκ των προτέρων γνωστό. 'Ετσι, με τη σταδιακή κατάκτηση και τον έλεγχο των συναισθημάτων του, μεθοδεύει την αναζήτηση, ανακόπτει ή επιταχύνει τον καλπασμό της φαντασίας για να καταδείξει το χώρο της δράσης του ή καλύτερα του πεδίου των μαχών του. Απευθυνόμενος σε συμπολεμιστές, χρησιμοποιεί την κοινή τους διάλεκτο και ορολογία όχι για να ζητήσει συμπαράσταση αλλά για να δηλώσει πως μέσα στο γενικό χάος των ερωτηματικών και των απόριών για το τί μέλλει γενέσθαι, υπάρχει παντού και πάντα ένας Λευκός Πύργος που πρέπει να γίνει πραγματικά Λευκός, αφού πρώτα κατακτηθεί. Το σημαντικότερο είναι ότι έχει να υποδείξει και τρόπους γι' αυτή την κατάκτηση.
Το ρεαλιστικό με το συμβολιστικό στοιχείο σ' ολόκληρο το έργο του Νικηφόρου τείνουν προς ένα σημείο που δεν είναι πάντα της κορυφής. Θα λέγαμε ότι κατέχεται από μια διάθεση κρατήματος των εξάρσεων που πολλές φορές όμως αναστέλλει τη ανέλιξη.....
Κλείνοντας το σημείωμά μας, θέλουμε να υπογραμμίσουμε ότι η παρουσία συγγραφέων των δυνατοτήτων του Νικηφόρου, είτε των δεδομένων είτε των υπό αξιοποίηση, μας γεμίζει μ' ελπίδα και προσμονή για μέρες καλύτερες στη λογοτεχνική και την άλλη ζωή του τόπου μας.
Τ. Γιαννάκης, Εγνατία οδός, περ. Νέα Σύνορα, τεύχ. 32-33, Ιούν - Ιούλ. 1974